Για το μύθο της ισλαμοποίησης & άλλα έντυπα της Ανοιχτής συνέλευσης αγώνα Άνω Πόλης

Τον τελευταίο χρόνο έχει παρατηρηθεί έντονα αυξημένη, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, η μεταναστευτική κίνηση στον ελλαδικό χώρο από περιοχές με πόλεμο και φτώχεια. Όσοι/ες την γλύτωσαν από το θάνατο και την εξαθλίωση, αρχικά στον τόπο διαμονής τους και έπειτα στην διαδρομή τους (π.χ. πνιγμοί στο αιγαίο) έχουν εγκλωβιστεί στην Ελλάδα στην προσπάθειά τους να φύγουν προς την βόρεια Ευρώπη. Το γεγονός αυτό λειτούργησε ως μια “χρήσιμη” αφορμή για να ενεργοποιηθούν και να διεκδικήσουν εκ νέου σταθερότερη θέση στο δημόσιο λόγο, ρατσιστικά αντανακλαστικά, είτε στην ακραία τους μορφή, είτε καλυμμένα πίσω από ένα προοδευτικό μανδύα.

Φυσικά, πιστοί στο ρόλο τους, η εκκλησία και διάφορες θρησκευτικές, πατριωτικές, εθνικιστικές οργανώσεις ανέλαβαν το ρόλο του μεσολαβητή της ακραίας αυτής μορφής διάχυσης ρατσιστικού οχετού. Με πρόσχημα την ισλαμοποίηση και με την καθοδήγηση του Άνθιμου και λοιπού παπαδαριού στήνουν μια καμπάνια με φιέστες ρατσιστικού – εθνικιστικού παραληρήματος. Με αφορμή τα κτυπήματα του ISIS στην Ευρώπη και επικαλούμενοι την αλλοίωση των εθνικών και θρησκευτικών ιδεών και αξιών, πιστοί στο δόγμα «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» ξερνούν το μισαλλόδοξό οχετό τους, εκφράζοντάς τον με πράξεις όπως οι αντιμεταναστευτικές συγκεντρώσεις σε κέντρα πόλεων και χωριών ή έξω από στρατόπεδα συγκέντρωσης και χώρους εγκατάστασης μεταναστών. Αυτό το κλίμα φόβου και η ταμπέλα του “ανεπιθύμητου -άρα και επικίνδυνου- άλλου” οδηγεί αναπόδραστα αφενός στο να βιώνουν οι μετανάστες μια μόνιμη απειλή να υποτάσσονται στρεφόμενοι για προστασία στο κράτος και στα γκέτο στρατόπεδα που το κράτος τους προορίζει και αφετέρου στο να αναπτύξουν περαιτέρω τη δράση τους οι ακροδεξιές συμμορίες και να επιτίθενται τόσο σε μετανάστες όσο και σε κινηματικές δομές και χώρους αγωνιζόμενων κομματιών.

Με την σημερινή εκδήλωση θα προσπαθήσω να ανιχνεύσω στην ελληνική λογοτεχνία των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα κάποια ίχνη που άφησε το ρωμαλέο αντιπατριωτικό, αντιμιλιταριστικό κίνημα της εποχής. Το λιποτακτικό κίνημα στα βουνά της Κρήτης που με τις διαρκείς συγκρούσεις του με τα τάγματα Ευζώνων αρνιόταν να γίνει κρέας για τα κανόνια, η αντιπολεμική οργάνωση των φαντάρων στο μέτωπο της Μικράς Ασίας, οι εκτελέσεις αξιωματικών, οι αντιπολεμικές προκηρύξεις στο Μέτωπο, οι μαζικές λιποταξίες, οι μεγάλες αντιπολεμικές διαδηλώσει,ς η μεγάλη απεργία των σιδηροδρομικών κατά την διάρκεια του πολέμου στην Μ. Ασία παρά και ενάντια στα εθνικά συμφέροντα, η μαζική επιστράτευση των απεργών και η αποστολή τους στο μέτωπο από όπου καινούργιοι αντιπατριωτικοί αγώνες ξεπήδησαν, ο στασιασμός των φαντάρων, οι οργανώσεις παλιών πολεμιστών και θυμάτων στρατού, το πανελλήνιο συνέδριο τους οι καταλήψεις γης και τσιφλικιών, η αναδιοργάνωση όλου του κομμουνιστικού κινήματος της εποχής από τον κόσμο που είχε ψηθεί μέσα στη φωτιά του αντιπατριωτικού αγώνα είναι κάποια από αυτά τα ίχνη. Έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται βίαιες προσπάθειες εξαφάνισης αυτών των ιχνών, μέσα σε αυτά και των λογοτεχνικών ιχνών. Ο ήχος από τις ερπύστριες των εθνικιστικών μπουλντόζων που ισοπεδώνουν αυτά τα ίχνη του παρελθόντος για να οικοδομήσουν πάνω του την έρημο του μέλλοντος τους είναι το σταθερό soundtrack της ιστορίας των νικητών.

Θεώδωρου Λασκαρίδη: “Το φονικό μοιραίο βόλι” (1920-1921)

Στρατή Μυριβίλη: “Πολεμος” (1928), “Η ζωή εν τάφω” (1924)

Χρίστου Ριζόπουλου: “Αναμνήσεις από το καλπάκι” (1933)

«Ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μας»

Η στέγαση αποτελεί βασικό κομμάτι για την επιβίωσή μας και ταυτόχρονα εξυπηρετεί πολλές από τις ανάγκες μας. Στην κοινωνία των εμπορευμάτων, η κατοικία δε ξεφεύγει από το γενικό κανόνα, καθώς παράγεται εντός της και έχει μια τιμή. Στα πλαίσια της οικονομικής κρίσης, το κόστος της στέγης (μεταξύ άλλων) γίνεται ολοένα και πιο δυσβάσταχτο, κυρίως για τα οικονομικά πιο αδύναμα στρώματα. Η δαπάνη για την κατοικία επιβάλλει την καταβολή ενός μεγάλου μέρους του βασικού εισοδήματος, είτε με τη μορφή ενοικίου είτε με τη μορφή φορολογίας, στεγαστικών δανείων και δημοτικών τελών.

Στις περισσότερες μεγάλες πόλεις στον ελλαδικό χώρο, η ύπαρξη και η ζήτηση «φοιτητικών κατοικιών» δημιουργεί μια επιπλέον πίεση στην αγορά/ενοικίαση ακίνητων, καθώς οι φοιτητές αποτελούν έναν ιδιαίτερο τύπο ενοικιαστών. Αυτό συμβαίνει γιατί η ανάγκη στέγασής των φοιτητών είναι συνήθως εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου και θεωρείται επένδυση για μια οικογένεια ή για τους ίδιους εάν αυτοσυντηρούνται. Για την κάλυψη αυτής της ανάγκης έχει διαμορφωθεί μια ειδική κατηγορία αγοράς, στην oποία προσφέρονται ασφυκτικά μικροί χώροι με δυσανάλογα μεγάλο κόστος και η οποία δυσχεραίνει την εύρεση ικανοποιητικής κατοικίας τόσο για τις φοιτήτριες-φοιτητές όσο και για το υπόλοιπο κομμάτι ενοικιαστών.

Στις σύγχρονες πόλεις, η διαβίωση στις περιοχές κατοικίας των υποτιμημένων κομματιών του πληθυσμού δεν είναι συνήθως κάτι το ευχάριστο. Τα σπίτια είναι μικρά και λείπουν οι κοινόχρηστοι χώροι για συνάντηση και επικοινωνία των ατόμων. Η πόλη αποτελεί ένα μεγάλο εργοστάσιο παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών και στην ουσία τα σπίτια είναι στάβλοι εργαζομένων σε κακή κατάσταση, με αναντίστοιχα μεγάλο κόστος για αυτές. Το ενοίκιο είναι ένας ακόμα τρόπος με τον οποίο οι ιδιοκτήτες της πόλης επωφελούνται των εργαζομένων. Όταν, λοιπόν, μιλάμε για την ανάγκη της κατοικίας, είναι απαραίτητο να ξεκαθαρίσουμε ότι δε μιλάμε για την ανάγκη συνέχισης της ύπαρξης των πόλεων/κατοικιών σε αυτή τη μορφή.

Ο Μάης του 1936 μια κορυφαία στιγμή για το κοινωνικό ταξικό κίνημα στην Ελλάδα του 20 αιώνα. Δεν πρόκειται απλά για μια σφαγή από τις δυνάμεις καταστολής της κινητοποιημένης εργατικής τάξης. Τέτοιες σφαγές γίνανε πολλές και πριν τον Μάη και μετά από αυτόν. Ο Μάης αποτελεί μια από εκείνες τις στιγμές που πολλά μοιάζουν δυνατά. Η εργατική τάξη οργανώνεται αυτόνομα έξω και ενάντια από τις ηγεσίες της, απαντάει στην καταστολή, καταλαμβάνει όλο το δημόσιο χώρο, κλείνει τους χωροφύλακες στα τμήματα, για 36 ώρες είναι κυρίαρχη της πόλης. Μια στιγμή που αναδύεται το ανατρεπτικό ενδεχόμενο. Στον ίδιο χρόνο οι καταλήψεις στα εργοστάσια σε όλη την Γαλλία στον επόμενο χρόνο η ένοπλη καταστολή της εξεγερμένης Καταλωνίας. Το πως προέκυψε αυτή η στιγμή πως και γιατί ηττήθηκε στην Γαλλία στην Ισπανία στην Ελλάδα είναι ένα ιδιαίτερα γόνιμο ερώτημα.

Μας είπαν…

…εµείς καταγόµαστε από τους αρχαίους έλληνες, εκπολιτιστές και φωτοδότες, έθνος της επιστήµης και της αλήθειας.

Μας είπαν για µια µεγάλη ελλάδα σχεδόν στο κέντρο του κόσµου, περικυκλωµένη από απολίτιστους Άλλους, ιµπεριαλιστές και µεγάλες δυνάµεις, αλλά και για τη συνέχεια της ελληνικότητας.

Μας είπαν λαό ειρηνικό και ποτέ φιλοπόλεµο. Αλλά αν χρειαστεί, απελευθερωτή προγονικών εδαφών, από την Κύπρο, τη µικρά Ασία, ως την Αυλώνα, µε τη διχόνοια το µόνο µας εχθρό, που τρέφεται από άθεους, τρανς, αναρχικές, οµοφυλόφιλες, εξαρτηµένους και άλλους τόσους, που αρνούνται τη γαλανόλευκη στολή και τις παρελάσεις, που ακυρώνουν τους προγόνους και την ενότητα µας.

Μας είπαν καλοπληρωµένοι γραφιάδες, δάσκαλοι, παπάδες και καθοδηγητές, µε λόγους, εµβατήρια και µοιρολόγια, ταινίες, µουσεία και παρελάσεις, ιστορίες θρυλικών ηρώων, σε µια Διήγηση που στάζει αίµα και µυρίζει συµφέρον, τη γλυκερή µυρωδιά των σφαγείων. Χρήµα, Βαρβατίλα και Εξουσία.

Μας είπαν οι κοινότητες των Άλλων είναι υποδεέστερες, πρέπει να ελληνέψουν.

Δε µας είπαν…

…όµως, πως για να βγει η µεγάλη τους ιδέα, πάντρεψαν υπό την ταµπέλα «ελληνισµός» τις ιστορίες τόσων λαών και διαφορετικών ανθρώπων – συχνά αντιτιθέµενων – που έζησαν κάποτε εδώ γύρω. Πως βάφτισαν ήρωες τους σφαγείς και από ποιανού τα κόκκαλα είναι βγαλµένη η «λευτεριά».

Δε µας είπαν πως οι αλυτρωτισµοί έχουν άλλη γλύκα και άλλοθι όταν είναι ελληνικοί.

Δε µας είπαν τι έκανε ο ελληνικός στρατός το ‘12 στα Τουρκοχώρια της Μακεδονίας και στο βουλγαρικό Κιλκίς, στην Κοφίνου το ’67 και στη Λευκωσία το ’74.

Δεν µας είπαν πως έθαψαν τα εβραϊκά νεκροταφεία κάτω από πανεπιστηµιακά κτίρια, γκρέµισαν µιναρέδες, µετέτρεψαν τζαµιά σε τσοντάδικα, βάφτισαν δρόµους µε ονόµατα στρατολάγνων δολοφόνων και πως της Σελανίκ εντέχνως κρύβουν το πολύγλωσσο, πολυκοινοτικό της παρελθόν.

Δε µας είπαν πως για να πατήσει στα πόδια του αυτό το έθνος των τυχοδιωκτών από τη γέννηση του ξανάγραψε την ιστορία, επιβάλλοντας σε µία γη χιλιοπερπατηµένη µία γλώσσα – µία ιστορία – µία θρησκεία – έναν υποτιθέµενο προαιώνιο πολιτισµό, µε σφραγίδες ελληνικής προέλευσης και εγγύησης καθαρότητας.

Δε µας είπαν πως οι Μακεδόνες, οι Ροµά, οι Αλβανοί, οι Ρώσοι διδάσκονται σε µια γλώσσα ξένη, που δεν είναι η µητρική τους, στα σχολεία αυτού του κράτους, τη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισµό που κάποιο «ελληνοπρεπές παιδαγωγικό Ινστιτούτο» έχει αποφασίσει ότι πρέπει να µάθουν για δικά τους.

Και δε σταµάτησαν ακόµη…

This entry was posted in Αντιεθνικισμός, μεταναστευτικό, μπροσούρες, Μπροσούρες, κείμενα, αναλύσεις και βιβλία συλλογικοτήτων and tagged , . Bookmark the permalink.