Επίγονος υπό μια έννοια της σουρεαλιστικής υπερβολής και πρόκλησης, ο Ντεμπόρ έθεσε κύριο και μοναδικό στόχο του να κάνει καθημερινή πράξη και ποίηση την πολιτική ανατροπή. Εξεγερμένος ενάντια στην κοινωνία που γέννησε τη φρίκη δύο παγκόσμιων πολέμων, ενάντια στον καπιταλισμό, θα προσχωρήσει αρχικά στους λετριστές, θα πρωτοστατήσει στη Λετριστική Διεθνή και στη συνέχεια θα γίνει η ψυχή της Καταστασιακής Διεθνούς.
Αρνούμενος καθετί προερχόμενο από την κοινωνία που απέρριπτε, ποτέ δεν σπούδασε, ποτέ δεν εργάστηκε, ποτέ δεν κατέλαβε οποιαδήποτε θέση στο σύστημα. Δική του έμπνευση αποτελεί το περίφημο σύνθημα του Μάη Μην εργαστείτε ποτέ, ένα σύνθημα ενάντια στην αλλοτρίωση της εργασίας – που έφθασε στο απόγειό της στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ως το τέλος της ζωής του θα θεωρεί μείζονος σημασίας γεγονός στη ζωή του ότι το 1953 έγραψε το εν λόγω σύνθημα με κιμωλία σε έναν τοίχο. Περιπλανώμενος, ερωτευμένος με τη ζωή, τις γυναίκες και την επανάσταση, θα είναι ένας από τους πρωτεργάτες του Μάη του ’68. Στη συνέχεια όμως δεν θα διστάσει να διαλύσει την Καταστασιακή Διεθνή, για να αποφύγει την τυχόν αναδοχή της από το σύστημα, την αφομοίωσή της στο κατεστημένο.
Το θέαμα είναι μία έννοια που επινοεί ο Ντεμπόρ για να μιλήσει για την σημερινή κοινωνία. Το θέαμα είναι το εμπόρευμα που έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό ανάπτυξης ώστε να καταλήγει καθαρή αφαίρεση. Το θέαμα δεν είναι σχέση εικόνων, αλλά μία σχέση ανθρώπων διαμέσου των εικόνων. Όπου έχει χαθεί η αλήθεια, η αυθεντικότητα εκεί αναφύεται το θέαμα. Είναι η ιστορική στιγμή που μας περιέχει.
Σε αυτό το βιβλίο ο Ντεμπόρ ξαναπιάνει την ιστορία από την αρχή. Τόσο στο επίπεδο των τρόπων παραγωγής που έχει γνωρίσει αυτός ο κόσμος που τόσο καλά έχει περιγράψει ο Μαρξ, αλλά και σε ότι διαλύει και αρνείται αυτούς τους κόσμους και τους συνθέτει σε ανώτερο επίπεδο, σημαντική εδώ η συμβολή του Χέγκελ. Αναφέρεται βέβαια και στην ιστορία του σύγχρονου επαναστατικού κινήματος, στις νίκες και υποχωρήσεις και καταλήγει ότι ο επαναστατικός μετασχηματισμός της κοινωνίας περνάει μέσα από την αντικρατική δικτατορία του προλεταριάτου που είναι η κοινωνία των εργατικών συμβουλίων.
Αναφέρεται επίσης στα δύο μεγάλα πρωτοποριακά ρεύματα της τέχνης το Νταντά και το Σουρεαλισμό και σημειώνει : «Το Νταντά ήθελε να καταργήσει την τέχνη χωρίς να την πραγματώσει, ο Σουρεαλισμός ήθελε να πραγματώσει την τέχνη χωρίς να την καταργήσει». Όλες οι μεγάλες καλλιτεχνικές προσπάθειες που έγιναν από εκεί και πέρα κινήθηκαν προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση, αλλά σκοπός παραμένει να γίνουν και οι δύο και η πραγμάτωση και η κατάργηση της τέχνης.