Ανδρικές άμυνες σε γυναικεία ζητήματα – Σώμα, Φύλο, Σεξουαλικότητα, Έκφυλες

Λίγα εισαγωγικά

Α. «Υπάρχει Σεξισμός;»

Β. «Η ράτσα των φεμινιστριών»

Γ. «Είσαι Σεξιστής!»

Δ. «Οι ενοχές (που σφίγγουν το σκοινί γύρω από το λαιμό)»

Ε. «Σεξιστικά Αστεία»

ΣΤ. «Ίδια είναι τα Αρσενικά…»

Ζ. «Ε! Αυτό είναι αντίστροφος σεξισμός!»

Η. «…ναι, αλλά καταπιέζονται και οι άνδρες…»

Θ. «Πως δικαιολογείται θεωρητικά μια μορφή καταπίεσης;»

Ι. «Ελεύθερος Έρωτας: το καλύτερο δώρο του φεμινισμού»

Credits

Δικαιολογώντας τον τίτλο της μπροσούρας: Δεν υπάρχει σε κάθε τόπο και κάθε στιγμή μια συμπαγής ανδρική ταυτότητα που να διαθέτει ταυτόσημα οικουμενικά προνόμια. Υπάρχουν πολλές διαφοροποιήσεις μέσα σε αυτή την ταυτότητα που αφορούν στις διαφορές τάξης, φυλής, ηλικίας αλλά και εκπαίδευσης, βιωμάτων κτλ. Την ίδια ακριβώς στιγμή, η καταπληκτική ομοιότητα στην επιχειρηματολογία των σύγχρονων ανδρών δεν μπορεί να αγνοηθεί. Η ομοιογένεια που δείχνει να εμφανίζεται στους τρόπους οργάνωσης της ανδρικής ψυχολογίας (του ανδρισμού) αποτελεί τον τόπο της παραγωγής και της αναπαραγωγής του συμπαγούς. Εξάλλου και η κοινωνικοποίηση του ατόμου δεν είναι μοριακή. Υπάρχουν δομές συμπαγείς που λειτουργούν λιγότερο ή περισσότερο καλά και συνεχίζουν να κοινωνικοποιούν το άτομο με βάση μία συγκεκριμένη κυρίαρχη νόρμα. Γι αυτό και ο τίτλος του κειμένου λέει για «Ανδρικές Αμυνες» και «Γυναικεία Ζητήματα», παρόλο που οι άμυνες αυτές δεν εκφέρονται μόνο από άνδρες (τους διάφορους ανδρισμούς, τις διάφορες αρρενωπότητες που υπάρχουν τέλος πάντων) και τα ζητήματα αυτά δεν είναι μόνο γυναικεία αλλά ευρύτερα κοινωνικά. Ωστόσο, οι «πατριαρχικοί άνδρες» είναι οι κύριοι φορείς αυτών των αμυνών και οι γυναίκες παραμένουν τα κυριότερα θύματα του σεξισμού. Αυτή είναι και μία από τις βάσεις για τη συζήτηση. Μέσα σε έναν κόσμο λοιπόν, αμιγώς αντρικό, αυθόρμητα οργανωμένο, οργανωμένα βίαιο, ο φεμινισμός, καλύτερα οι φεμινισμοί από την πλευρά τους άφησαν τα στίγματα της αντίστασης. Αυτοί οι φεμινισμοί, αν και ιστορικά αντικρουόμενοι, πάλεψαν για την απομυστικοποίηση μιας από τις ισχυρότερες εξουσίες που ενσωματώνουν οι κοινωνίες. Δεν είναι το θέμα να λατρέψουμε κάτι που ιστορικά έχει απονεκρωθεί, να τιμήσουμε κάποια λάβαρα – αυτή είναι η αντρική λογική της παράδοσης. Το θέμα είναι να αφεθούμε σε μια κουλτούρα ετερότητας που κάτι έχει να μας πει για τον τρόπο που χτίζουμε τις κοινότητες και τα εγώ μας. Ετσι, κι εδώ η συζήτηση εκκινεί από μια βάση που κατηγορηματικά αξιώνει πως όποια κι αν είναι η θέαση που έχουμε για το ζήτημα, πρέπει να δώσουμε χώρο στους διάφορους φεμινισμούς γιατί αυτοί υπήρξαν μία από τις απόπειρες να υπάρξει μια λύση του ζητήματος από πλευράς των ίδιων των γυναικών, από πλευράς δηλαδή του ίδιου του υποκειμένου στα όρια του συμπαγούς του. Η συγγραφή αυτού του κειμένου είναι περιττό να πω ότι λειτούργησε και σαν ενδοσκόπηση, αυτο-ανάλυση. Οι άμυνες ενάντια στις οποίες επιτίθεμαι είναι αντικείμενο μιας τέτοιας ενδοσκόπησης, αυτοπαρατήρησης ή και παρατήρησης βέβαια κάποιων στενών μου αντρών συντρόφων. Αν και η κριτική είναι σκληρή κι επώδυνη λοιπόν, είμαι σε θέση να γνωρίζω καλά σε ποιο πλαίσιο καταθέτω την κριτική αυτή, πλαίσιο σχέσεων και πολιτικών δομών. Ταυτόχρονα, πιστεύω πως τέτοια κείμενα είναι απαραίτητα πότε-πότε για να παίρνουν επιτέλους αυτές οι πολιτικές δομές κι τον πολύτιμο χαρακτήρα της αυτοέκθεσης. Γιατί, εν τέλει, το λέω και μέσα… ο αναρχισμός πρέπει να έχει μια βαθιά προσωπική διάσταση που δεν μπορεί να μένει ανεπεξέργαστη αν μιλάμε και για ατομική αυτονομία δίπλα στην κοινωνική. Τέλος, να πω ότι δεν υπάρχει επίλογος συμβουλών σε αυτό το κείμενο για το πώς μπορούμε να «θεραπευθούμε» ή να διαρρήξουμε την κλειστότητα της σκέψης μας. Ασχολούμαι με την πολιτική ως ρητή αυτοθέσμιση, αυτό σημαίνει ότι αναγνωρίζω ότι η κοινωνική θέσμιση δεν μπορεί παρά να αναγνωριστεί στο όνομα της κοινωνίας και όχι της φύσης, του λόγου, της ιστορίας κοκ. Αντίστοιχα, η ατομική πρακτική δεν μπορεί παρά να αναγνωριστεί στο όνομα των πράξεων ακριβώς αυτού του ατόμου. Δηλαδή, το μόνο που προτείνω ξεκάθαρα είναι να φέρουμε στο συνειδητό, να κάνουμε ρητό, να ονομάσουμε αυτό που κάνουμε. Να το ονομάσουμε, γιατί μας διαφεύγει, γιατί το έχουμε ντύσει με δικαιολογίες, άμυνες και άλλα. Και να το πολεμήσουμε παράλληλα.

Εισαγωγή 3
Αποκωδικοποιώντας το σύστημα της σεξουαλικότητας 7
Κανένα φύλο… ή πολλά! 7
Η σεξουαλική έκφραση ως εργαλείο της εξουσίας 9
Το καρτεσιανό υποκείμενο… 10
…και το “άλλο” του 12
Η αόρατη πειθάρχηση των σωμάτων 13
Σεξουαλική απελευθέρωση; 18
The male machine 23
Σώματα αόρατα και μη 29
“Αλήθειες μέσα από τη ζωή” ή ερωτικοποίηση της καταπίεσης των γυναικών; Η επιστήμη της σεξολογίας και η κοινωνική κατασκευή της ετεροσεξουαλικότητας 38
O Havellock Ellis και το ζωικό βασίλειο 39
“Αλήθειες μέσα από τη ζωή”: τα εγχειρίδια γάμου στο μεσοπόλεμο 40
Γυναίκες και “ψυχρότητα”: Αντίσταση στη φύση ή στην ανδρική εξουσία; 42
Freud: Ο πατέρας του κολπικού οργασμού 43
Το επιστημονικό μοντέλο της σεξουαλικότητας: οικουμενικότητα της ανδρικής σεξουαλικότητας 45
Η προτεραιότητα του πέους 46
Φεμινισμός, νατουραλισμός και ετεροσεξουαλικότητα 47
Foucault, θηλυκότητα και εκσυγχρονισμός της πατριαρχικής κυριαρχίας 50
Παράρτημα: Η εικόνα της γυναίκας και το ανδρικό βλέμμα 74
Γενική Βιβλιογραφία

Μέχρι την εμφάνιση του φεμινισμού, όλη η φιλοσοφία της ανθρωπότητας μιλούσε για τη σχέση του άνδρα με τους θεούς ή τον θεό, με τη ζωή, την κοινωνία, τα αφεντικά, το σύμπαν, το τίποτα κ.ο.κ. Σε πιο καθημερινά πεδία, ο άνδρας κυριαρχεί παντού ως μέτρο των πάντων: η ανδρική φυσιολογία ορίζει τη σωματική ικανότητα, το ανδρικό βλέμμα ορίζει το ωραίο, οι ανδρικές εμμονές ορίζουν τον έρωτα, η ανδρική ψυχοσύνθεση ορίζει το ψυχικά ομαλό, οι ανδρικές ανάγκες δίνουν τον ορισμό της γυναίκας. Η πεποίθηση ότι ο «ανδρικός κόσμος» είναι ο «αληθινός κόσμος», ότι η πατριαρχία είναι ταυτόσημη με τον πολιτισμό και ο πολιτισμός με την πατριαρχία, ότι οι «μεγάλες» ή «απελευθερωτικές» εποχές της ιστορίας ήταν ίδιες για τις γυναίκες όπως για τους άνδρες, ότι οι γενικεύσεις για τον «άνθρωπο», την «ανθρωπότητα», τα «παιδιά», τους «μαύρους», τους «γονείς», την «εργατική τάξη» ισχύουν για τις γυναίκες, τις μητέρες, τις κόρες, τις αδελφές, τα μικρά κορίτσια και ότι αυτές οι γενικεύσεις τις συμπεριλαμβάνουν, χωρίς τίποτε περισσότερο από μερικές φευγαλέες αναφορές εδώ κι εκεί, συνήθως σε σχέση με κάποια ειδική λειτουργία που επιτελούν, αυτή η πεποίθηση είναι ενδεικτική της πατριαρχικής στενότητας σ’ έναν κόσμο που είναι φτιαγμένος για τους άνδρες. Ο φεμινισμός αποτελεί ιστορικά ένα από τα πλουσιότερα πολιτικοκοινωνικά κινήματα. Όσο κι αν στη βάση μιας πολιτικής άγνοιας αντιμετωπίζεται μονολιθικά και ισοπεδωτικά, στην πραγματικότητα το εσωτερικό του ταλανίζεται από διαφορετικές έως και συγκρουόμενες θέσεις, αναλύσεις, στάσεις και προτεραιότητες. Οι ριζοσπάστριες φεμινίστριες αμφισβήτησαν τις κυρίαρχες και αποδεκτές ιδέες γύρω από τη γυναικεία ύπαρξη και ταυτότητα. Αγωνίστηκαν για την υποστασιοποίηση ενός υποκειμένου και μιας εμπειρίας που είχε εκτοπιστεί και περιφρονηθεί βίαια από την πραγματικότητα της πατριαρχίας. Στην κατεύθυνση αυτή αναζήτησαν δυνατότητες διαφυγής των γυναικών από περιορισμένα, στερεοτυπικά μοντέλα του υπάρχειν, είτε ενάντια σε θεσμούς και συστήματα καταπίεσης (πατριαρχική οικογένεια, θεοκρατία, πολιτική διακρίσεων κ.λπ.) είτε ενάντια σε αόρατες θεσμίσεις που στηρίζουν την πατριαρχία (την ταύτιση της γυναίκας με τη μητρότητα ή με ένα στενά σωματικό ον, την εγγύτητά της στη φύση, την κανονικοποίηση της σεξουαλικής συμπεριφοράς κ.ά.). Σε άλλες περιπτώσεις, εντόπισαν τις πηγές της σώμα φύλο σεξουαλικότητα ψυχοκοινωνικής συγκρότησης των έμφυλων υποκειμενικοτήτων και πρότειναν την αποδόμηση των έμφυλων ταυτοτήτων. Στις γυναικείες αυτόνομες ομάδες που άνθισαν κυρίως από τη δεκαετία του ’70 και μετά σε ορισμένες χώρες, οι αγώνες πραγματοποιήθηκαν με ριζοσπαστικές μη ιεραρχικές δομές αυτοοργάνωσης – αναγνωρίζοντας ότι καταπιεστική δεν είναι μόνο η ιεραρχία των φύλων, αλλά όλες οι μορφές ρητών ή άρρητων κανονιστικών ιεραρχήσεων που επιτρέ – πουν την πρόσβαση στην άσκηση εξουσίας σε συγκεκριμένα υποκείμενα (κυρίως σε λευκούς ετεροσεξουαλικούς άνδρες) σε βάρος άλλων. Ενώ όλες αυτές οι αναζητήσεις, οι προβληματισμοί και οι πρακτικές τους εκφράσεις είχαν μια εξέλιξη, ακολουθώντας συνεχείς ή διακεκομμένες πορείες προς διάφορες κατευθύνσεις, οι άνδρες στο μεταξύ ελάχιστα έχουν μπει στον κόπο να εξετάσουν τι σημαίνει να είσαι άνδρας στην πατριαρχία , απλούστατα γιατί δεν το χρειάζονται. Τα πολιτικά αποτελέσματα ωστόσο αυτής της παραμέλησης ισοδυναμούν με την αναπαραγωγή των υφιστάμενων εξουσιαστικών ρόλων. Έχοντας υιοθετήσει την πολιτική της απώθησης, δεν αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους ως άνδρες αλλά ως ανθρώπους, ως homo sapiens, όσο έχουν αυτήν την πολυτέλεια να ταυτίζονται με τον Άνθρωπο, όπως μαρτυρά και η γλωσσική ταύτιση των δύο εννοιών σε μία λέξη σε πλείστες γλώσσες και πολιτισμούς. Από εδώ εκπηγά – ζουν και οι ανδρικές άμυνες και επιθέσεις στις «υπερβολές του φεμινισμού» που τους αντιμετωπίζει «μερικά» ως άνδρες… Η γυναικεία αυτοοργάνωση, όπου και όποτε εμφανίστηκε, ενδυνάμωσε τη γυναικεία αλληλεγγύη. Μέσα στην πατριαρχική συνθήκη, η διεκδικητικά αυτόνομη παρουσία γυναικών είναι μια αυταξία. H προώθηση μιας ανεξάρτητης, ριζοσπαστικής φεμινιστικής πολιτικής αποτελεί όμως μια περιοχή απομόνωσης, μια επιλογή που βρίσκεται στο περιθώριο τόσο κοινωνικά, όσο και σε σχέση με το ανταγωνιστικό κίνημα. Όσον αφορά τον ελλαδικό χώρο, εντός του ανταγωνιστικού κι – νήματος δεν υπάρχει πια καμία υποδομή πάνω στην οποία θα μπορούσε δυνάμει να βασιστεί μια συνειδητή φεμινιστική πολιτική στάση, ούτε ένα θεωρητικό έδαφος πάνω στο οποίο θα οικοδομούνταν σύγχρονες θεωρήσεις. Το γεγονός ότι από την πραγματικότητα του φεμινισμού του ’80 και τις ποικίλες τάσεις του δεν επιβίωσε σχεδόν τίποτα, δεν υπάρχει τίποτα ορατό πια –από την άποψη της θεωρητικής εργασίας, της νευρικότητας και της ιστορίας αυτών των φεμινιστικών εκδοχών που πήραν σάρκα και οστά εκείνη τη δεκαετία– είναι ευθύνη ενός κινηματικού χώρου που ιεράρχησε έτσι τις προτεραιότητές του, ώστε η μνήμη του να αφήνει ανέγγιχτες τις βαθιές πατριαρχικές δομές που τον συνέχουν και την ελευθερία του ανδρισμού που επικρατεί στο εσωτερικό του. Σε αναλυτικό επίπεδο, οι σχέσεις των δύο φύλων δεν θεωρούνται εξουσιαστικές, δεν αναγνωρίζεται καν ο σεξισμός σαν κοινωνική δομή. Δεν εμφανίζεται στην ανάλυση της κοινωνίας, παρά μόνο σαν δευτερεύουσα της δευτερεύουσας της δευτερεύουσας σημασίας («ας πούμε και κάτι για το φύλο…», «εσείς που ασχολείστε πείτε και κάτι για το φύλο…» κτλ.) και με το χαρακτήρα φιλανθρωπικής πολιτικής. Οι ανοχές απέναντι σε έναν φεμινιστικό λόγο, ο οποίος θεωρεί τον σεξισμό ως έναν αυτόνομο μηχανισμό εξουσίας που λειτουργεί ανεξάρτητα και παράλληλα με άλλους μηχανισμούς, είναι περιορισμένες. Οι ριζοσπαστικά φεμινιστικές θέσεις που αφορούν τη σχέση του φύλου δέχονται επίθεση και γίνονται αντικείμενο αστείων, γελοιοποίησης και χλευασμού, ενώ επιτρέπονται οι θέσεις εκείνες που αφομοιώνονται εύκολα, επειδή μπορεί να βολευτεί κανείς μέσα σ’ αυτές χωρίς να προκύπτει η ανάγκη να αλλάξει τον εαυτό του, όπως οι σχέσεις των δύο φύλων στη Γουαδελούπη ή αναγωγές που χωρούν τα πάντα χωρίς επί της ουσίας να θίγουν τίποτα. Καθώς μιλάμε για ευέλικτους κυριαρχικούς ρόλους και σχεσιακές πραγματικότητες που εκτυλίσσονται τόσο στη δημόσια σφαίρα, όσο και στο άβατον της ιδιωτικής, ο καθένας μπορεί να βρει ένα άλλοθι και ειδικά σε μια κοινωνική συνθήκη που δομείται με όρους απτής και ωμής ανδρικής βίας.

This entry was posted in Αντιπατριαρχικός αγώνας, μπροσούρες, Μπροσούρες, κείμενα, αναλύσεις και βιβλία συλλογικοτήτων and tagged , , . Bookmark the permalink.