Τον 19ο αιώνα σε αρκετά μέρη της Αυστραλίας υπήρξε έντονη παρουσία Κινέζων εργατών, οι οποίοι εργάζονταν σε διάφορες δουλειές, κατανάλωναν ελάχιστα, κάνοντας στην ουσία μια ασκητική ζωή, ενώ έστελναν αρκετά εμβάσματα στην Κίνα. Όλα αυτά θορύβησαν κύκλους Αυστραλοάγγλων εργατών, γεννώντας έτσι και ένα είδος ρατσισμού. Το τότε συνδικαλιστικό κίνημα συνηγορούσε ζητώντας από τις αποικιακές αρχές τη μείωση ή και την ολική απαγόρευση της έλευσης Κινέζων εργαζόμενων. Σε μερικές περιπτώσεις η αντικινεζική υστερία ξεπέρασε τα όρια και σημειώθηκαν επιθέσεις. Για παράδειγμα, στην περίφημη εξέγερση των χρυσοθήρων του Eureka, στη Βικτώρια του 1856, μερίδα των εξεγερμένων -στην πλειοψηφία τους Ευρωπαίων- επιτέθηκε σε Κινέζους εργάτες στα χρυσωρυχεία.
Στο κείμενο της «Honesty» γίνεται, επίσης, λόγος για Αυστραλασία. Αυτό γιατί οι πρώτοι εκείνοι αναρχικοί (όπως και αρκετές οργανώσεις της αριστεράς – και μέχρι τις μέρες μας) έβλεπαν την Αυστραλία ως μέρος της γενικότερης Ασίας, παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία της εργατικής τάξης ήταν αγγλοσαξωνικής και ευρωπαϊκής καταγωγής. Με τον όρο αυτό ευελπιστούσαν στη συγκρότηση ενός ακηδεμόνευτου εργατικού και γενικότερα κοινωνικού επαναστατικού κινήματος σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ασίας και της Ωκεανίας, που θα έθετε τις βάσεις για μια αντίστοιχη κοινωνία ισότητας. Σε ένα άλλο σημείο γίνεται λόγος για τις αποικιακές αρχές. Αυτό γιατί η Αυστραλία δεν ήταν τότε ακόμα ομοσπονδία. Αποτελείτο από ξεχωριστές αποικίες (Νέα Νότια Ουαλία, Βικτώρια, Κουίνσλαντ κ.λπ.) που στην ουσία δεν συνδέονταν μεταξύ τους πολιτειακά και διοικητικά. Η Αυστραλιανή Κοινοπολιτεία, όπως την ξέρουμε σήμερα, συγκροτήθηκε από αυτές τις αποικίες, το 1901 στη Μελβούρνη, πρώτη πρωτεύουσά της.